| Οικονομικά στοιχεία για την αγορά του βιβλίου
Ισολογισμοί των εκδοτών
Σύμφωνα με τα στοιχεία των ισολογισμών των εκδοτικών επιχειρήσεων που δημοσιεύτηκαν για τη χρήση του 2008, τα συμπεράσματα που προκύπτουν, σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, είναι τα εξής:
· Οι μεγαλύτερες, συγκριτικά, εταιρείες παρουσίασαν μικρή αύξηση πωλήσεων∙ οι εκδοτικοί οίκοι της Ομάδας «1», δηλ. όσοι είχαν ετήσιο κύκλο εργασιών μεγαλύτερο των 3 εκ. ευρώ, κατά 3,2% -ή κατά 1,1%, εάν αγνοηθούν οι μη-αποκλειστικά ασχολούμενες με το βιβλίο εταιρείες Modern Times (ιδιοκτήτρια των μουσικών εκδόσεων Lyra, κ.ο.κ.) και DeAgostini Hellas-∙ οι εκδοτικές επιχειρήσεις της Ομάδας «2», δηλ. όσες είχαν ετήσιο κύκλο εργασιών μεταξύ 3 εκ. και 1,5 εκ. ευρώ, αύξηση κατά 2,3%. Η αύξηση αυτή, ωστόσο, είναι ενδεχόμενο να συνδυάζεται με μείωση των πραγματικών πωλήσεων βιβλίων ειδικά για την Ομάδα «1», καθώς ως ποσοστό είναι μικρότερη από τη μέση αύξηση του τιμάριθμου του βιβλίου, την ίδια χρονιά, που ήταν 2,8% (σύμφωνα με την ΕΣΥΕ) ή 2,2% (σύμφωνα με στοιχεία της βάσης Βιβλιονέτ: η μέση τιμή ενός χαρτόδετου βιβλίου 250 σελ. μεταβλήθηκε από 16,76 σε 17,13 ευρώ).
· Η ανωτέρω αύξηση δεν αφορά όλες τις εταιρείες που συμμετέχουν στο δείγμα, αφορά όμως τις περισσότερες: από τις 27 επιχειρήσεις των Ομάδων «1» και «2», οι 17 σημείωσαν αύξηση πωλήσεων και οι 10 μείωση πωλήσεων. Οι διακυμάνσεις των μεγεθών δεν είναι ούτως ή άλλως μεγάλες, αφού κυμαίνονται για όλες τις εταιρείες στα επίπεδα του +- 0-15% (+17% είναι η σημαντικότερη θετική εξέλιξη και -19% η σημαντικότερη αρνητική). Μπορούμε να μιλήσουμε, έτσι, για σταθερότητα (ή: στασιμότητα) στις πωλήσεις. Η συμπεριφορά της αγοράς δεν φαίνεται να επηρεάζεται δραματικά, το 2008, από την επαπειλούμενη «κρίση», χωρίς να συνδέεται, όμως, και με χαρακτηριστικά ευφορίας. Αυτό που φαίνεται να τη χαρακτηρίζει, είναι περισσότερο ανακατατάξεις και στάση αναμονής.
· Αρνητικές εξελίξεις φαίνεται να σημειώνουν εκ πρώτης όψεως οι εκδοτικές επιχειρήσεις της Ομάδας «3» -με ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο από 1,5 εκ. ευρώ-, αφού εμφανίζουν μείωση πωλήσεων κατά 18,3%. Η μεταβολή τους, όμως, αποδεικνύεται και εδώ κατά 2,7% αυξητική -εάν εξαιρεθεί η αύξηση δραστηριότητας, που δεν συνδέεται με το βιβλίο, της Σύγχρονης Εποχής, και η μεγάλη μείωση του κύκλου εργασιών του Πάπυρου, για συμπτωματικούς λόγους, κατά 80%. Τα ίδια συμπεράσματα με τις επιχειρήσεις των Ομάδων «1» και «2» ισχύουν και εδώ.
· Η εξέλιξη των καθαρών κερδών των επιχειρήσεων δεν ακολουθεί, πάντα, την εξέλιξη των πωλήσεων. Οι επιχειρήσεις της Ομάδας «1» σημείωσαν μείωση κερδών κατά 12% (που αναδεικνύεται σε αύξηση κερδών κατά 3,8% εάν δεν ληφθούν υπόψη οι Modern Times και DeAgostini Hellas, εξέλιξη σαφώς καλύτερη από αυτή του 2007, όταν οι ίδιες εταιρείες είχαν εμφανίσει μείωση κερδοφορίας κατά 38,7%!). Η βελτίωση της εικόνας της κερδοφορίας των επιχειρήσεων της Ομάδας «1» είναι πολύ σημαντική, καθώς το σύνολο των εμπορικών επιχειρήσεων εμφανίζει μείωση καθαρών κερδών κατά 23,35% την ίδια περίοδο, σύμφωνα με την ανάλυση ισολογισμών της εταιρείας ICAP.
· Από τις 21 επιχειρήσεις της Ομάδας «1», ζημία εμφάνισε μόνο μία: τα Ελληνικά Γράμματα, με περιορισμό της ζημίας, όμως, και σ’ αυτή την περίπτωση, στο ήμισυ σε σχέση με το 2007.
· Οι επιχειρήσεις της Ομάδας «2» σημείωσαν μείωση κερδών κατά 23,8%· οι δε επιχειρήσεις της Ομάδας «3» βελτίωση αποτελεσμάτων κατά 163,4% -ήτοι μηδενισμό ζημίας και εμφάνιση κερδών 156 χιλ. ευρώ-, εάν εξαιρεθούν η Σύγχρονη Εποχή και ο Πάπυρος -με ζημιογόνες χρήσεις για δύο μόνο επιχειρήσεις, τις Τερζόπουλος ΕΠΕ και Εκδοτική Αθηνών, και θετικά αποτελέσματα για τις υπόλοιπες.
· Αντίστοιχες προς τις παραπάνω είναι οι εξελίξεις όσον αφορά τους δείκτες μικτού περιθωρίου κέρδους, αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων, φερεγγυότητας, δανειακής επιβάρυνσης και ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων, που βελτιώνονται ελαφρά σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, και γενικής και ειδικής ρευστότητας, οι οποίοι αντίθετα χειροτερεύουν. Φαίνεται, δηλαδή, ότι οι εκδοτικές επιχειρήσεις δεν επιβαρύνθηκαν, συνολικά, με δάνεια περισσότερο απ’ ότι το 2007 και διατήρησαν τα αποθέματά τους σε ικανοποιητικά επίπεδα, υστέρησαν όμως στον τομέα της ρευστότητας, εξαιτίας των διαρκών αναγκών σε κεφάλαιο κίνησης (αύξηση των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων) και της σχετικά «καθυστερημένης» ανταπόκρισης της αγοράς στις πληρωμές της.
Δείτε τους σχετικούς πίνακες
Σωκράτης Καμπουρόπουλος
|