Μιχάλης Κατσαρός


 

Γεννήθηκε στην Κυπαρισσία το 1919 και έζησε ασκώντας πολλά επαγγέλματα στην Αθήνα. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές: Μεσολόγγι, 1949, Κατά Σαδδουκαίων, 1953, Οροπέδιο, 1956, Ενδύματα, 1977 κ.ά. Επίσης τα πεζά: Πας – Λακίς – Michelet, 1973, Το χρονικό του Μορέως, 1974, Το κράτος εργοδότης, 1978 κ.ά. Υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας του περιοδικού «Θεμέλιο» και του περιοδικού «Σύστημα». Ποιήματά του έχουν μελοποιήσει οι Μ. Θεοδωράκης, Αργ. Κουνάδης και Γ. Μαρκόπουλος. Το 1983 τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο ποιήσεως. Πέθανε το 1998 στην Αθήνα.
«Σ’ ένα γνωστό δοκίμιό του ο T.S. Eliot έγραψε πως θεωρεί τον Βιργίλιο τον κλασικό της αρχαιότητας. Μόνη πραγματικότητα είναι η αγάπη: Βιργίλιος στην «Αινειάδα».
Ο Μιχάλης είχε το άκακο μέσα του, θύμιζε Αινεία, σωστότερα ακουμπούσε στον Βιργίλιο. Καθώς ήμουν συνομιλητής του, άκουγα τα χίλια δυο καλά λόγια για τους ομότεχνους: Για τον Ελύτη, τον Εμπειρίκο, για τους συνομήλικους επίσης, π.χ. για τον Νάνο Βαλαωρίτη υπήρξε μεγάλος ο έπαινός του, για τους νέους και νεότερους που τον συναναστρέφονταν, του έδιναν τα βιβλία τους, είχε πάντα ένα καλό λόγο για να τους ενθαρρύνει να συνεχίσουν, δείχνοντας τα μονοπάτια όπως τα διάβαζε στους στίχους τους».
 
ΙΑΣΩΝ ΔΕΠΟΥΝΤΗΣ, από το βιβλίο «Μετά τη ζωολογία», 2005
 
 
 
«[…] Η παραχάραξη της ιστορίας, η καπηλεία των γεγονότων και η ιδεολογική κρίση, ήσαν τα επακόλουθα της οδυνηρής ήττας της αριστεράς· μια ήττα, που την πλήρωσαν όλοι, ο καθένας με τον τρόπο του. Και οι πνευματικοί άνθρωποι, βεβαίως. Και ο Κατσαρός φυσικά, ο οποίος, βρέθηκε μακρυά από το κοινωνικό προσκήνιο με βαρύτατα προβλήματα υγείας. Παρ’ όλα αυτά, όμως, το 1955 καταφέρνει και παρουσιάζει την νέα υπό τον τίτλο Οροπέδιο, ποιητική συλλογή του· […] Συλλογή, όπου οι πιο ενδόμυχοι ήχοι, οι πιο εσωτερικοί κραδασμοί, συμπορεύονται με τους πιο απίθανους χρωματισμούς των οραμάτων […]»
 
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ, «Μιχάλης Κατσαρός», από το βιβλίο
«Εκδρομή στην άλλη γλώσσα», 1991
 
 
 
«[…] Θεωρώ πάντοτε το Κατά Σαδδουκαίων του Κατσαρού, σημαντική γραφή. Πρώτα πρώτα, όλα εκεί θυμίζουν και δύο άλλες σπουδαίες τέχνες – κινηματογράφο και θέατρο. Ο ποιητής εδώ είναι διευθυντής φωτογραφίας και μουσικός και ενδυματολόγος και σπήκερ ραδιοφώνου. Όλα όσα συμβαίνουν δίνονται με έναν τρόπο που είναι τόσο κοινός στο Παραίτηση Πολιτευομένου του Έλιοτ ή στο κλίμα του Αλεξανδρινού Καβάφη. Αυτή η αδυναμία και η προστυχιά ενός ανύπαρκτου Κράτους, να έχει πάντοτε τις θελήσεις του, χωρίς έλεος για τους πολίτες του. Αυτή η επικίνδυνη και κουκουλωμένη γραμμή των δημάρχων, χωροφυλάκων, εισαγγελέων, ανωτέρων υπαλλήλων του Κράτους, και από δίπλα ο σπήκερ-ποιητής και μεταφραστής των γελοίων που συμβαίνουν στην «αφελή» αυλή του Κράτους. Μα είναι καθαρά εξτρέμ ποίημα το Κατά Σαδδουκαίων. Η συλλογή της ισορροπίας του τρόμου. […]»
 
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΟΝΑΣ, από το βιβλίο
 «Ελληνορωμαϊκή πάλη», 1981
 

Επιστροφή